Βιολί: Ιταλικά Violino υποκοριστικό του viola, γαλλικά violon, αγγλικά violin, γερμανικά Geige.
Ίσως δεν ξέρετε ότι...
α) Το βιολί, που εδώ και 350 χρόνια θεωρείται ο βασιλιάς των οργάνων, υπήρξε στις αρχές τις ιστορίας του ένα όργανο που απλώς συνόδευε τη μουσική σε χορούς και πανηγύρια και οι βιολιστές είχαν τη φήμη κατώτερων μουσικών!
β) Τα αριστουργήματα των μεγάλων Ιταλών κατασκευαστών έχουν πολλές φορές ανυπολόγιστη αξία ξεπερνώντας τα 350.000.000 δρχ, δηλαδή περίπου 1.000.000 ευρω.
Ίσως δεν ξέρετε ότι...
α) Το βιολί, που εδώ και 350 χρόνια θεωρείται ο βασιλιάς των οργάνων, υπήρξε στις αρχές τις ιστορίας του ένα όργανο που απλώς συνόδευε τη μουσική σε χορούς και πανηγύρια και οι βιολιστές είχαν τη φήμη κατώτερων μουσικών!
β) Τα αριστουργήματα των μεγάλων Ιταλών κατασκευαστών έχουν πολλές φορές ανυπολόγιστη αξία ξεπερνώντας τα 350.000.000 δρχ, δηλαδή περίπου 1.000.000 ευρω.
Το σώμα (σκάφος) του βιολιού αποτελείται από δύο κυρτές επιφάνειες, τη ράχη που κατασκευάζεται από σκληρό ξύλο (σφεντάμι) και το καπάκι (αρμονική τράπεζα) που κατασκευάζεται από μαλακό ξύλο (πεύκο ή έλατο,). Η κυρτότητα των επιφανειών δεν προκύπτει με μηχανικό τρόπο, αλλά δημιουργείται με κατάλληλη κοπή από το σώμα της πρώτης ύλης.
Το μπράτσο του βιολιού κατασκευάζεται από σφεντάμι και καταλήγει στον κοχλία, στον οποίο ανοίγονται τρύπες για να τοποθετηθούν τα κλειδιά. Επάνω στο μπράτσο κολλιέται η γλώσσα από έβενο ή ροδόξυλο. Από το ίδιο υλικό είναι και ο χορδοστάτης, στον οποίο στηρίζονται οι χορδές. Ανάμεσα στη γλώσσα και το χορδοστάτη βρίσκεται ο καβαλάρης, ο οποίος στηρίζεται σε δύο ποδαράκια και έχει προορισμό να μεταφέρει τις ταλαντώσεις των χορδών στο καπάκι, το οποίο με τη σειρά του τις μεταφέρει στην κοιλότητα του σκάφους. Πάνω στο καπάκι, στην άκρη του χορδοστάτη υπάρχει μία υποδοχή που εξυπηρετεί το κράτημα του βιολιού με το σαγόνι.Το καπάκι στηρίζεται από κάτω με μια λεπτή ξύλινη μπάρα που περνά κατά μήκος του ηχείου και σφηνώνεται στο καπάκι συμβάλλοντας στην αντίχηση του οργάνου. Στο εσωτερικό του οργάνου, κάτω από το πόδι εκείνο του καβαλάρη όπου επάνω του περνάει η «ψειλότερη» χορδή και σφηνωμένη ανάμεσα στο καπάκι και στη ράχη του βιολιού βρίσκεται η ψυχή: ένα λεπτό ραβδάκι από πεύκο που μεταβιβάζει τις ταλαντώσεις των χορδών στη ράχη του οργάνου, συμβάλλοντας έτσι στη διαμόρφωση του χαρακτηριστικού ήχου του βιολιού.
Το δοξάρι του βιολιού είναι ένα τόξο, με το οποίο τεντώνονται 150-250 τρίχες αλόγου. Οι τρίχες αλείφονται με ρετσίνι για να "πιάνουν" καλύτερα στις χορδές. Οι τέσσερις χορδές του βιολιού που κατασκευάζονταν αρχικά από έντερο ζώων και αργότερα από χαλκό και από χάλυβα, κουρδίζονται σε αποστάσεις πέμπτης (σολ,ρε,λα,μι).Το συνολικό του μήκος του είναι 600 χιλιοστά.
Η έκταση ήχων του βιολιού καλύπτει τέσσερις οκτάβες, από το σολ μέχρι το σολ4. O χαρακτηριστικός συνεχής ήχος του βιολιού δημιουργείται με γλύστριμα του δοξαριού πάνω στις χορδές. Με έλεγχο στην πίεση και την ταχύτητα του δοξαριού, το οποίο λειτουργεί ως προέκταση του ενός χεριού και με κατάλληλες κινήσεις και λαβές των δακτύλων του άλλου χεριού στις χορδές, επηρεάζει ο βιολινίστας κατά την εκτέλεση ενός μουσικού κομματιού:
- τη δυναμική (από molto pianissimo μέχρι molto fortissimo,)
- τους εκφραστικούς χρωματισμούς (π.χ. παθητικά, τραγουδιστά, με κέφι, θριαμβευτικά, θλιμμένα)
- και την άρθρωση μεταξύ των φθόγγων, όπως το πηδηχτό (saltato), το τονισμένο(marcato), το τρεμουλιαστό (tremolo), το τσιμπητό (pizzicato) ,τις τρίλιες(trillo), τους αρπισμούς (arpeggio), με γλύστρημα (glissando) κ.ά.
Με το βιολί είναι δυνατόν να εκτελεστούν επίσης διπλοί φθόγγοι και, με κατάλληλες τεχνικές συνθέσεως, ακόμα και τετραφωνικές μελωδίες (Μπαχ). Το βιολί μπορεί να υπογραμμίσει την παρουσία του ανάμεσα σε άλλα όργανα, ακόμα κι αν αυτά έχουν εκ κατασκευής ισχυρότερο ήχο, όπως στα αποσπάσματα που ακολουθούν, από το Κουιντέτο της Πέστροφας του Σούμπερτ και τη σονάτα Regenlied τoυ Μπραμς. Στη ραψωδία Tzigane του Ραβέλ εκτελεί το βιολί αρπισμούς και πιτσικάτα του αριστερού χεριού, ενώ το όμποε παίζει τη μελωδία.
'Οσο εντυπωσιακοί κι αν είναι όμως οι ήχοι του μεμονωμένου βιολιού, το σύνολο των βιολιών μίας ορχήστρας δίνει ένα διαφορετικό, πλούσιο και γεμάτο ήχο - εδώ παίζουν μόνο τα πρώτα και δεύτερα βιολιά στην πρώτη συμφωνία του Μπραμς. Στο έργο Πιτσικάτο Πόλκα των Γιόχαν και Γιόζεφ Στράους παίζουν τα έγχορδα τον τσέχικο ρυθμό της πόλκας μόνο με πιτσικάτο. 'Οχι σπάνια απαιτείται από τα βιολιά της ορχήστρας εκτέλεση στα όρια της δεξιοτεχνίας, όπως για παράδειγμα σε διάφορα σημεία της δεύτερης και τρίτης εισαγωγής Leonore του Μπετόβεν. To βιολί έχει επίσης συχνά σημαντικό ρόλο σε κομμάτια για Jazz.
Παράλληλα με το πιάνο, το βιολί είναι το πιο διαδεδωμένο σόλο μουσικό όργανο. Υπάρχουν διάφορες θεωρίες για την καταγωγή του: από τα έγχορδα μουσικά όργανα, που έφεραν οι Aραβες τον 8ο αιώνα στις δυτικοευρωπαϊκές χώρες,από τα μεσαιωνικά κρότες και βιέλες. Αυτά τα μουσικά όργανα διαφέρουν από το βιολί κατά το ότι δεν στηρίζονται στον ώμο. Πλήθος από γεγονότα όμως ενισχύουν την υπόθεση του βιολιού από τα λαϊκά μουσικά όργανα των Σλάβων. Σε πολωνικές περιοχές υπήρχε ήδη από το 15ο αιώνα όργανο με δοξάρι,τύπου βιολιού με τρεις χορδες κουρδισμένες ανά πέμπτες. Αυτό το λαϊκό βιολί δεν είχε ακόμα αυστηρά καθορισμένες αναλογίες, δεν ήταν βερνικωμένο και είχε οξύ, και τραχύ ήχο(γι’αυτό στα πολωνικά το βιολί λέγεται Skzupse).
Εξελίχθηκε κατά την Αναγέννηση από παλαιότερα έγχορδα με δοξάρι: το μεσαιωνικό fiddle,τον ιταλικό «απόγονο» του, του 16ου αιώνα, τη lira nta braccio και το ρεμπέκ. Όπως οι πρόγονοι του, αλλά αντίθετα με τον «ξάδελφό» του τη βιόλα ντα γκάμπα, το βιολί έχει μπράτσο χωρίς τάστα.
Το βιολί αναγνωρίστηκε από παλαιά για τον τραγουδιστό του ήχο, ιδιαίτερα στην γενέτειρα του Ιταλία, όπου οι πρώτοι κατασκευαστές του, Γκασπάρο ντα Σαλό, Αντρέα Αμάτι και Τζοβάνι Πάολο Ματζίνι διαμόρφωσαν τις μέσες διαστάσεις του πριν από το τέλος του 16ου αιώνα. Το βιολί κατά την εξέλιξη του υπέστη πολλές αλλαγές χάρη στις οποίες προσαρμόστηκε στον εκάστοτε μουσικό ρόλο του.
Γενικά το καπάκι και η ράχη στα πρώτα βιολιά ήταν πιο κυρτά. Τα πιο σύγχρονα, μετά τις καινοτομίες του Αντόνιο Στρατιβάρι (1644-1737),αποκτούν ρηχότερο ηχείο και έχουν αδρότερο ήχο. Κατά τον 19ο αιώνα με την εμφάνιση των βιρτουόζων βιολιστών και των μεγαλύτερων διαστάσεων που αποκτούν οι αίθουσες συναυλιών, το βιολί παίρνει την τελική γνωστή του μορφή ως προς το σχέδιο και την κατασκευή του.
Ο καβαλάρης γίνεται ψηλότερος, η ψυχή και η ξύλινη μπάρα παχύτερες και το ηχείο πιο επίπεδο. Το χέρι αποκτά μια κλίση προς τα πίσω αυξάνοντας την πίεση των χορδών επάνω στον καβαλάρη. Το αποτέλεσμα ήταν ένας λαμπρότερος και δυνατότερος ήχος σε σχέση με τον ευαίσθητο ήχο των βιολιών του 18ου αιώνα.
Τα πρώτα βιολιά χρησιμοποιήθηκαν για την εκτέλεση έργων λαϊκής και χορευτικής μουσικής. Κτα τον 17ο αιώνα το βιολί αντικατέστησε την βιόλα ντα γκάμπα ως το σημαντικότερο έγχορδο στη μουσική δωματίου. Ο Ιταλός συνθέτης Μοντεβέρντι περιέλαβε και βιολιά στην ορχήστρα της όπερας του Ορφέας.
Το 1626 ιδρύθηκε στη Γαλλία η βασιλική ορχήστρα «Les 24 Violons du Roi» (Τα 24 βιολιά του βασιλιά). Ο Αρκάντζελο Κορέλι δεξιοτέχνης βιολιστής, ήταν από τους πρώτους συνθέτες που συνέβαλαν στην εξέλιξη της βιολιστικής μουσικής γραφής όπως οι Βιβάλντι, Γ. Σ. Μπαχ και ο βιολιστής Τζουζέπε Ταρτίνι.
Από το 18ο αιώνα και μετέπειτα οι περισσότεροι μεγάλοι συνθέτες έγραψαν μουσική για σόλο βιολί μεταξύ των οποίων οι Μότσαρτ, Μπετόβεν, Σούμαν, Μπραμς, Έντβαρντ, Γκρηκ, Πάουλ Χίντεμιτ, Aρνολντ Σαίνμπερκ, και Αλμπάν Μπεργκ. Δεξιοτέχνες βιολιστές, όπως οι Φραντσέσκο Τζεμινιάνι (1687-1762), Νικολό Παγκανίνι (1782-1840), Γιόζεφ Γιόαχιμ (1831-1907), Φριτς Κράισλερ (1875-1962), Γεχούντι Μενουχίν, και Νταβίντ Όιστρακ (1908-1974) στάθηκαν το ερέθισμα να γραφούν αξιόλογα έργα για το όργανο αυτό. Το βιολί αφομοιώθηκε από έντεχνη μουσική της Εγγύς Ανατολής και της Νότιας Ινδίας και, όπως το φίντλ, παίζεται στη λαϊκή μουσική πολλών χωρών.
Βιβλιογραφία:
- http://sfr.ee.teiath.gr/htmSELIDES/MusOrg/Instrum21.htm
- http://www.rom.gr/rom14/cdromweb/EGXORDA.htm
- Μεγάλη σοβιετική εγκυκλοπαίδεια Εκδ.Εταιρία: «ΑΚΑΔΗΜΟΣ» Α.Ε.- Πάπυρους Λαρούς Μπριτάνικα Εκδόσεις: «ΠΑΠΥΡΟΣ»
Το μπράτσο του βιολιού κατασκευάζεται από σφεντάμι και καταλήγει στον κοχλία, στον οποίο ανοίγονται τρύπες για να τοποθετηθούν τα κλειδιά. Επάνω στο μπράτσο κολλιέται η γλώσσα από έβενο ή ροδόξυλο. Από το ίδιο υλικό είναι και ο χορδοστάτης, στον οποίο στηρίζονται οι χορδές. Ανάμεσα στη γλώσσα και το χορδοστάτη βρίσκεται ο καβαλάρης, ο οποίος στηρίζεται σε δύο ποδαράκια και έχει προορισμό να μεταφέρει τις ταλαντώσεις των χορδών στο καπάκι, το οποίο με τη σειρά του τις μεταφέρει στην κοιλότητα του σκάφους. Πάνω στο καπάκι, στην άκρη του χορδοστάτη υπάρχει μία υποδοχή που εξυπηρετεί το κράτημα του βιολιού με το σαγόνι.Το καπάκι στηρίζεται από κάτω με μια λεπτή ξύλινη μπάρα που περνά κατά μήκος του ηχείου και σφηνώνεται στο καπάκι συμβάλλοντας στην αντίχηση του οργάνου. Στο εσωτερικό του οργάνου, κάτω από το πόδι εκείνο του καβαλάρη όπου επάνω του περνάει η «ψειλότερη» χορδή και σφηνωμένη ανάμεσα στο καπάκι και στη ράχη του βιολιού βρίσκεται η ψυχή: ένα λεπτό ραβδάκι από πεύκο που μεταβιβάζει τις ταλαντώσεις των χορδών στη ράχη του οργάνου, συμβάλλοντας έτσι στη διαμόρφωση του χαρακτηριστικού ήχου του βιολιού.
Το δοξάρι του βιολιού είναι ένα τόξο, με το οποίο τεντώνονται 150-250 τρίχες αλόγου. Οι τρίχες αλείφονται με ρετσίνι για να "πιάνουν" καλύτερα στις χορδές. Οι τέσσερις χορδές του βιολιού που κατασκευάζονταν αρχικά από έντερο ζώων και αργότερα από χαλκό και από χάλυβα, κουρδίζονται σε αποστάσεις πέμπτης (σολ,ρε,λα,μι).Το συνολικό του μήκος του είναι 600 χιλιοστά.
Η έκταση ήχων του βιολιού καλύπτει τέσσερις οκτάβες, από το σολ μέχρι το σολ4. O χαρακτηριστικός συνεχής ήχος του βιολιού δημιουργείται με γλύστριμα του δοξαριού πάνω στις χορδές. Με έλεγχο στην πίεση και την ταχύτητα του δοξαριού, το οποίο λειτουργεί ως προέκταση του ενός χεριού και με κατάλληλες κινήσεις και λαβές των δακτύλων του άλλου χεριού στις χορδές, επηρεάζει ο βιολινίστας κατά την εκτέλεση ενός μουσικού κομματιού:
- τη δυναμική (από molto pianissimo μέχρι molto fortissimo,)
- τους εκφραστικούς χρωματισμούς (π.χ. παθητικά, τραγουδιστά, με κέφι, θριαμβευτικά, θλιμμένα)
- και την άρθρωση μεταξύ των φθόγγων, όπως το πηδηχτό (saltato), το τονισμένο(marcato), το τρεμουλιαστό (tremolo), το τσιμπητό (pizzicato) ,τις τρίλιες(trillo), τους αρπισμούς (arpeggio), με γλύστρημα (glissando) κ.ά.
Με το βιολί είναι δυνατόν να εκτελεστούν επίσης διπλοί φθόγγοι και, με κατάλληλες τεχνικές συνθέσεως, ακόμα και τετραφωνικές μελωδίες (Μπαχ). Το βιολί μπορεί να υπογραμμίσει την παρουσία του ανάμεσα σε άλλα όργανα, ακόμα κι αν αυτά έχουν εκ κατασκευής ισχυρότερο ήχο, όπως στα αποσπάσματα που ακολουθούν, από το Κουιντέτο της Πέστροφας του Σούμπερτ και τη σονάτα Regenlied τoυ Μπραμς. Στη ραψωδία Tzigane του Ραβέλ εκτελεί το βιολί αρπισμούς και πιτσικάτα του αριστερού χεριού, ενώ το όμποε παίζει τη μελωδία.
'Οσο εντυπωσιακοί κι αν είναι όμως οι ήχοι του μεμονωμένου βιολιού, το σύνολο των βιολιών μίας ορχήστρας δίνει ένα διαφορετικό, πλούσιο και γεμάτο ήχο - εδώ παίζουν μόνο τα πρώτα και δεύτερα βιολιά στην πρώτη συμφωνία του Μπραμς. Στο έργο Πιτσικάτο Πόλκα των Γιόχαν και Γιόζεφ Στράους παίζουν τα έγχορδα τον τσέχικο ρυθμό της πόλκας μόνο με πιτσικάτο. 'Οχι σπάνια απαιτείται από τα βιολιά της ορχήστρας εκτέλεση στα όρια της δεξιοτεχνίας, όπως για παράδειγμα σε διάφορα σημεία της δεύτερης και τρίτης εισαγωγής Leonore του Μπετόβεν. To βιολί έχει επίσης συχνά σημαντικό ρόλο σε κομμάτια για Jazz.
Παράλληλα με το πιάνο, το βιολί είναι το πιο διαδεδωμένο σόλο μουσικό όργανο. Υπάρχουν διάφορες θεωρίες για την καταγωγή του: από τα έγχορδα μουσικά όργανα, που έφεραν οι Aραβες τον 8ο αιώνα στις δυτικοευρωπαϊκές χώρες,από τα μεσαιωνικά κρότες και βιέλες. Αυτά τα μουσικά όργανα διαφέρουν από το βιολί κατά το ότι δεν στηρίζονται στον ώμο. Πλήθος από γεγονότα όμως ενισχύουν την υπόθεση του βιολιού από τα λαϊκά μουσικά όργανα των Σλάβων. Σε πολωνικές περιοχές υπήρχε ήδη από το 15ο αιώνα όργανο με δοξάρι,τύπου βιολιού με τρεις χορδες κουρδισμένες ανά πέμπτες. Αυτό το λαϊκό βιολί δεν είχε ακόμα αυστηρά καθορισμένες αναλογίες, δεν ήταν βερνικωμένο και είχε οξύ, και τραχύ ήχο(γι’αυτό στα πολωνικά το βιολί λέγεται Skzupse).
Εξελίχθηκε κατά την Αναγέννηση από παλαιότερα έγχορδα με δοξάρι: το μεσαιωνικό fiddle,τον ιταλικό «απόγονο» του, του 16ου αιώνα, τη lira nta braccio και το ρεμπέκ. Όπως οι πρόγονοι του, αλλά αντίθετα με τον «ξάδελφό» του τη βιόλα ντα γκάμπα, το βιολί έχει μπράτσο χωρίς τάστα.
Το βιολί αναγνωρίστηκε από παλαιά για τον τραγουδιστό του ήχο, ιδιαίτερα στην γενέτειρα του Ιταλία, όπου οι πρώτοι κατασκευαστές του, Γκασπάρο ντα Σαλό, Αντρέα Αμάτι και Τζοβάνι Πάολο Ματζίνι διαμόρφωσαν τις μέσες διαστάσεις του πριν από το τέλος του 16ου αιώνα. Το βιολί κατά την εξέλιξη του υπέστη πολλές αλλαγές χάρη στις οποίες προσαρμόστηκε στον εκάστοτε μουσικό ρόλο του.
Γενικά το καπάκι και η ράχη στα πρώτα βιολιά ήταν πιο κυρτά. Τα πιο σύγχρονα, μετά τις καινοτομίες του Αντόνιο Στρατιβάρι (1644-1737),αποκτούν ρηχότερο ηχείο και έχουν αδρότερο ήχο. Κατά τον 19ο αιώνα με την εμφάνιση των βιρτουόζων βιολιστών και των μεγαλύτερων διαστάσεων που αποκτούν οι αίθουσες συναυλιών, το βιολί παίρνει την τελική γνωστή του μορφή ως προς το σχέδιο και την κατασκευή του.
Ο καβαλάρης γίνεται ψηλότερος, η ψυχή και η ξύλινη μπάρα παχύτερες και το ηχείο πιο επίπεδο. Το χέρι αποκτά μια κλίση προς τα πίσω αυξάνοντας την πίεση των χορδών επάνω στον καβαλάρη. Το αποτέλεσμα ήταν ένας λαμπρότερος και δυνατότερος ήχος σε σχέση με τον ευαίσθητο ήχο των βιολιών του 18ου αιώνα.
Τα πρώτα βιολιά χρησιμοποιήθηκαν για την εκτέλεση έργων λαϊκής και χορευτικής μουσικής. Κτα τον 17ο αιώνα το βιολί αντικατέστησε την βιόλα ντα γκάμπα ως το σημαντικότερο έγχορδο στη μουσική δωματίου. Ο Ιταλός συνθέτης Μοντεβέρντι περιέλαβε και βιολιά στην ορχήστρα της όπερας του Ορφέας.
Το 1626 ιδρύθηκε στη Γαλλία η βασιλική ορχήστρα «Les 24 Violons du Roi» (Τα 24 βιολιά του βασιλιά). Ο Αρκάντζελο Κορέλι δεξιοτέχνης βιολιστής, ήταν από τους πρώτους συνθέτες που συνέβαλαν στην εξέλιξη της βιολιστικής μουσικής γραφής όπως οι Βιβάλντι, Γ. Σ. Μπαχ και ο βιολιστής Τζουζέπε Ταρτίνι.
Από το 18ο αιώνα και μετέπειτα οι περισσότεροι μεγάλοι συνθέτες έγραψαν μουσική για σόλο βιολί μεταξύ των οποίων οι Μότσαρτ, Μπετόβεν, Σούμαν, Μπραμς, Έντβαρντ, Γκρηκ, Πάουλ Χίντεμιτ, Aρνολντ Σαίνμπερκ, και Αλμπάν Μπεργκ. Δεξιοτέχνες βιολιστές, όπως οι Φραντσέσκο Τζεμινιάνι (1687-1762), Νικολό Παγκανίνι (1782-1840), Γιόζεφ Γιόαχιμ (1831-1907), Φριτς Κράισλερ (1875-1962), Γεχούντι Μενουχίν, και Νταβίντ Όιστρακ (1908-1974) στάθηκαν το ερέθισμα να γραφούν αξιόλογα έργα για το όργανο αυτό. Το βιολί αφομοιώθηκε από έντεχνη μουσική της Εγγύς Ανατολής και της Νότιας Ινδίας και, όπως το φίντλ, παίζεται στη λαϊκή μουσική πολλών χωρών.
Βιβλιογραφία:
- http://sfr.ee.teiath.gr/htmSELIDES/MusOrg/Instrum21.htm
- http://www.rom.gr/rom14/cdromweb/EGXORDA.htm
- Μεγάλη σοβιετική εγκυκλοπαίδεια Εκδ.Εταιρία: «ΑΚΑΔΗΜΟΣ» Α.Ε.- Πάπυρους Λαρούς Μπριτάνικα Εκδόσεις: «ΠΑΠΥΡΟΣ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.