Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2013

ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΚΑΡΔΙΑ

Η μουσική κάνει καλό στην καρδιά

Perierga.gr - Η μουσική κάνει καλό στην καρδιά

Τη λειτουργία του ενδοθηλίου βελτιώνει η ακρόαση της αγαπημένης μας μουσικής, υποστηρίζει νέα μελέτη σέρβων επιστημόνων που παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας το οποίο πραγματοποιήθηκε (31/08-04/09) στο Άμστερνταμ, στην Ολλανδία.
Το ενδοθήλιο αποτελεί τη «φόδρα» που ντύνει τα τοιχώματα των αιμοφόρων αγγείων. Μέσω των ουσιών που παράγει το ενδοθήλιο, ρυθμίζεται η κυκλοφορία του αίματος.
«Μουσικόφιλη» καρδιά
Στη μελέτη των ερευνητών έλαβαν μέρος ασθενείς με στεφανιαία νόσο, οι οποίοι μοιράστηκαν σε τρεις ομάδες: στην πρώτη ανήκαν οι ασθενείς που ασκούνταν μόνο, στη δεύτερη εκείνοι που ασκούνταν και άκουγαν μουσική και στην τρίτη ομάδα, εκείνοι που άκουγαν μουσική μόνο. Σκοπός των ειδικών ήταν ο εντοπισμός της επίδρασης της μουσικής στη λειτουργία του ενδοθηλίου, μέσω αλλαγών ως προς τους δείκτες της κυκλοφορίας του αίματος.
Οι εθελοντές των δύο πρώτων ομάδων, υποβάλλονταν σε πρόγραμμα αεροβικής άσκησης για ένα διάστημα τριών εβδομάδων. Τα μέλη της δεύτερης ομάδας (άσκηση-μουσική) πάλι, όφειλαν να ακολουθούν πρόγραμμα γυμναστικής αλλά και να ακούνε την αγαπημένη τους μουσική επί 30 λεπτά ημερησίως.Τα μέλη της τρίτης ομάδας άκουγαν μόνο μουσική επί 30 λεπτά την ημέρα.
Μετά το πέρας τριών εβδομάδων, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι τα επίπεδα μονοξειδίου του αζώτου (το οποίο χαλαρώνει τα αιμοφόρα αγγεία) είχαν αυξηθεί και στις τρεις ομάδες μελέτης – με την ομάδα που συνδύαζε μουσική και άσκηση να υπερέχει των άλλων δύο ομάδων (παρουσιάστηκε πάντως μεγαλύτερη αύξηση μονοξειδίου του αζώτου στην ομάδα της άσκησης σε σύγκριση με εκείνη της απλής ακρόασης μουσικής).
Διαπιστώθηκε ακόμα, σημαντική μείωση της οξειδάσης της ξανθίνης (ουσία που συμβάλλει στο οξειδωτικό στρες) και στις τρεις ομάδες, με την ομάδα που συνδύαζε μουσική και άσκηση να υπερέχει και πάλι. Μικρή μείωση παρατηρήθηκε και στις τρεις ομάδες ως προς τα επίπεδα της ασύμμετρης διμεθυλαργινίνης (ADMA) και της συμμετρικής διμεθυλαργινίνης (SDMA) (προκαλούν ενδοθηλιακή δυσλειτουργία).
«Ο συνδυασμός της μουσικής και της σωματικής άσκησης φάνηκε να οδηγεί στη μεγαλύτερη βελτίωση της λειτουργίας του ενδοθηλίου. Κάτι τέτοιο, ενδεχομένως να συνδέεται, μεταξύ άλλων, και με τη βελτίωση της φυσικής κατάστασης των ασθενών» εξηγεί η καθηγήτρια και επικεφαλής της μελέτης, Μαρίνα Ντελζανίν.
«Η ακρόαση χαρούμενης μουσικής για 30 λεπτά την ημέρα, συνδέεται με τη βελτίωση της λειτουργίας του ενδοθηλίου, πιθανότατα λόγω της απελευθέρωσης ενδορφινών – των ορμονών της ευτυχίας – στον εγκέφαλο» καταλήγει η ειδικός, υπογραμμίζοντας ότι χρειάζεται περαιτέρω μελέτη προκειμένου να διερευνηθεί εις βάθος η επίδραση τους μουσικής στην υγεία.
πηγή: tovima.gr
 

Σάββατο 9 Μαρτίου 2013

ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΗ

Η μουσική «χτίζει» τον εγκέφαλο

Η μουσική «χτίζει» τον εγκέφαλο

Μόντρεαλ
Τα παιδιά που αρχίζουν να μαθαίνουν ένα μουσικό όργανο πριν από την ηλικία των επτά ετών, αναπτύσσουν τις κινητικές τους δεξιότητες ταχύτερα από άλλα, υποστηρίζει νέα μελέτη καναδών επιστημόνων.

Όπως αναφέρουν οι ειδικοί του Πανεπιστημίου Κονκόρντια στο Μόντρεαλ, με δημοσίευσή τους στο επιστημονικό έντυπο «Journal of Neuroscience», φάνηκε πως στην ηλικία των 6-8 ετών υπάρχει ένα «παραθυράκι», όπου η μουσική εκπαίδευση αλληλεπιδρά με τον ρυθμό ανάπτυξης των κινητικών δεξιοτήτων των παιδιών προκαλώντας έτσι μακροπρόθεσμες αλλαγές στον εγκέφαλο.
«Η εκμάθηση ενός μουσικού οργάνου απαιτεί συγχρονισμό ανάμεσα στις κινήσεις των χεριών και στα οπτικοακουστικά ερεθίσματα που δέχεται ο οργανοπαίκτης» εξηγεί η κύρια ερευνήτρια της μελέτης και καθηγήτρια ψυχολογίας Βιρτζίνια Πένχιουν. «Όσο νωρίτερα αρχίσει μαθήματα ένα παιδί, τόσο μεγαλύτερο είναι το δέσιμο μεταξύ των δύο».
«Η εκμάθηση ενός οργάνου ενισχύει τη φυσιολογική ωρίμανση της σχέσης ανάμεσα στις κινητικές δεξιότητες και στις αισθητηριακές περιοχές του εγκεφάλου, δημιουργώντας μια βάση επάνω στην οποία μπορεί να στηριχθεί η περαιτέρω ανάπτυξή της» επισημαίνει η επικεφαλής της μελέτης.
Κάτι τέτοιο βέβαια, υπογραμμίζουν οι επιστήμονες, δε σημαίνει ότι αν ένα μικρό παιδί ξεκινήσει να μαθαίνει μουσική θα γίνει αναγκαστικά μεγάλος συνθέτης κλασικής μουσικής.
«Τα ευρήματα αυτά δείχνουν ότι όσοι ξεκινούν νωρίς έχουν κάποιες δεξιότητες και αλλαγές σε περιοχές του εγκεφάλου που τους συνοδεύουν εφ’ όρου ζωής» εξηγεί η δρ Πένχιουν. «Αυτό δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι θα γίνουν καλύτεροι μουσικοί από άλλους. Οι μουσικές επιδόσεις απαιτούν ικανότητες, όπως επίσης επικοινωνία, ενθουσιασμό, προσωπικό στιλ και πολλά άλλα μη μετρήσιμα στοιχεία. Η εκμάθηση ενός μουσικού οργάνου σε μικρή ηλικία θα μπορούσε να ευνοήσει την έκφραση της ιδιοφυΐας, αλλά δε μας κάνει αυτομάτως ιδιοφυΐες στη μουσική».
Η ενδιαφέρουσα μελέτη
Με τη βοήθεια απεικονιστικών μεθόδων, οι ερευνητές μελέτησαν τον εγκέφαλο 36 μουσικών - που ασχολούνταν με τη μουσική περίπου τα ίδια χρόνια – κατά την εκτέλεση (μη μουσικών) ασκήσεων κινητικών δεξιοτήτων. Οι μουσικοί μοιράστηκαν σε δύο ομάδες: εκείνους που είχαν ξεκινήσει να μαθαίνουν μουσική πριν από την ηλικία των επτά ετών και σε εκείνους που είχαν ξεκινήσει αργότερα. Στη μελέτη συμπεριλήφθηκε ακόμη μια ομάδα εθελοντών που δεν είχε διδαχθεί ποτέ μουσική.
Βάσει των αποτελεσμάτων φάνηκε ότι οι εθελοντές που είχαν αρχίσει να μαθαίνουν μουσική πριν από τα επτά εμφάνιζαν μεγαλύτερη ακρίβεια ως προς τον συγχρονισμό των κινήσεων τους συγκριτικά με τους υπόλοιπους. Οι απεικονίσεις του εγκεφάλου αποκάλυψαν συσσωρευμένη λευκή ουσία στο μεσολόβιο – μεγάλη δέσμη νευρικών ινών που συνδέουν τις κινητικές περιοχές του δεξιού και του αριστερού ημισφαιρίου του εγκεφάλου.
Αντίθετα, οι εξετάσεις των εθελοντών που ακολούθησαν τη μουσική σε μεγαλύτερη ηλικία και εθελοντών που δεν είχαν μάθει ποτέ μουσική δεν εμφάνιζαν καμία διαφορά ως προς την ανάπτυξη των συγκεκριμένων περιοχών του εγκεφάλου τους. Κάτι τέτοιο, όπως υποστηρίζουν οι ερευνητές, ενδεχομένως να σημαίνει ότι οι αλλαγές αυτές προκαλούνται νωρίς ή αλλιώς ποτέ.