Πολλά λέγονται για το μπουζούκι έτσι και εγώ ψάχνοντας και αντλώντας πληροφορίες από διάφορα άρθρα σας παρουσιάζω εδώ σήμερα την ιστορία του μπουζουκιού...
Μπουζούκι Από την Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
“Το Μπουζούκι είναι λαουτοειδές έγχορδο λαϊκό μουσικό όργανο, με αχλαδόσχημο ηχείο (σκάφος) από επιμήκεις ξύλινες λουρίδες και μακρύ βραχίονα με κλειδιά στην άκρη για το χόρδισμα (κούρδισμα). Κατά μήκος του βραχίονα υπάρχουν λεπτά μεταλικά ελάσματα, κάθετα προς την κατεύθυνση του βραχίονα, που σφηνώνονται σε μία λεπτή σχισμή και λέγονται τάστα. Τα διαστήματα ανάμεσα στα τάστα, οριοθετούν την απόσταση του ημιτονίου.
Τεχνικά χαρακτηριστικά Το Μπουζούκι, είναι χορδόφωνο, νυκτό όργανο.
Αποτελείται από ημισφαιρικο αχλαδόσχημο ηχείο και μανίκι διπλάσιου μήκους, και συνολικά έχει μήκος από 70 εκ. έως 1 μέτρο. Το μανίκι φέρει σταθερά τάστα με βήμα ημιτονίου, και κλειδιά τύπου Τ.
Αρχικά το μπουζούκι έφερε τρία ζεύγη μεταλικών χορδών κουρδισμένες σε τόνους ΡΕ-ΛΑ-ΡΕ, ενώ αργότερα απέκτησε τέταρτο ζεύγος και κούρδισμα ΝΤΟ-ΦΑ-ΛΑ-ΡΕ [πάλι ανά ζεύγος]. Παλιότερα, στην ανατολία, τα κουρδίσματα άλλαζαν ανάλογα με τον μουσικο δρόμο [μακαμ] της εκτελούμενης μελωδίας. Οι τρόποι αυτοι διατηρήθηκαν έως τον μεσοπόλεμο και χάθηκαν σταδιακά, οριστικά δε με την μετατροπή σε 8χορδο. [Χαρακτηριστική αναφορά σε νοσταλγικο τραγούδι του Μ. Βαμβακάρη: "Να άκουγες το αραπιέν και το καραντουζένι"]
Παίζεται με πένα που αρχικά ήταν ξύλινη [από κερασιά] και πλέον συνθετική.
Διαθέτει τρεις ή τέσσερεις διπλές, και σε ορισμένες περιπτώσεις μονές, χορδές τις οποίες χτυπά ο μουσικός με με ένα μικρό πλήκτρο την πένα. Αρχικά το μπουζούκι έφερε τρία ζεύγη μεταλικών χορδών κουρδισμένες σε τόνους ΡΕ-ΛΑ-ΡΕ, ενώ αργότερα απέκτησε τέταρτο ζεύγος και κούρδισμα ΝΤΟ-ΦΑ-ΛΑ-ΡΕ (πάλι ανά ζεύγος). Υπάρχουν βέβαια και κάποια άλλα κουρδίσματα για τετράφωνα μπουζούκια Irish 1: gG - dD - AA - DD Irish 2: gG - dD - AA - EE Irish 3: aA - dD - AA - EE . Παλιότερα, στην ανατολία, τα κουρδίσματα άλλαζαν ανάλογα με τον μουσικο δρόμο (μακάμ) της εκτελούμενης μελωδίας. Οι τρόποι αυτοι διατηρήθηκαν μέχρι τον μεσοπόλεμο και χάθηκαν σταδιακά, οριστικά δε με την μετατροπή του μπουζουκιού σε 8χορδο.
Καταγωγή
Ορισμένοι μελετητές θεωρούν ότι προέρχεται από την τουρκική μουσική παράδοση. Οι περισσότεροι όμως δέχονται την τουρκική προέλευση μόνο της ονομασίας, ενώ θεωρούν το όργανο ένα είδος μετεξέλιξης της αρχαιοελληνικής πανδούρας.
Σύμφωνα με αυτή την άποψη, το μπουζούκι που κατέχει πρωταγωνιστικό ρόλο στη λαϊκή ορχήστρα, έχει σχήμα, διαστάσεις και διάταξη χορδών, ίδια περίπου εδώ και χιλιάδες χρόνια. Πέρασε από τους αρχαίους Έλληνες στους Βυζαντινούς, επέζησε στην Τουρκοκρατία και η άνθησή του στις μέρες μας πέρασε πρώτα από μια περίοδο αμφισβήτησης στις αρχές του αιώνα. Οι παραλλαγές αυτού του αρχαίου οργάνου ήταν αρκετές μέσα στα χρόνια της ζωής του και είχε τα ονόματα πανδούρα ή πανδουρίδα, τρίχορδον, ταμπουράς, θαμπούρα, ταμπούριν, ψαλτήριον, μπουζούκι καί πολλά άλλα ακόμη με τα οποία ονομάζονταν και άλλα μικρότερα ή μεγαλύτερα όργανα της ίδιας οικογένειας, των ταμπουράδων. Στην πραγματικότητα ήταν απλώς μικροτροποποιήσεις και παραλλαγές του ίδιου βασικού οργάνου, του ταμπουρά. ο μουσικολόγος και κριτικός Φοίβος Άνωγειανάκης περιγράφει την πορεία του ταμπουρά και την ιστορία του ονόματός του ως τις μέρες μας. Για τη βυζαντινή εποχή oι πηγές είναι πολλές, καθώς η πανδούρα και το κανονάκι, ήταν από τα βασικώτερα όργανα για τη διδασκαλία της βυζαντινής εκκλησιαστικής μουσική όπως τονίζει ο αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος στο βιβλίο του για την βυζαντινή μουσική.
Τετράς η ξακουστή του ΠειραιώςΣύγχρονη ιστορία
Από το τέλος του περασμένου αιώνα το μπουζούκι άρχισε νά εξαφανίζεται σταδιακά από την ελληνική δημοτική μουσική και όταν σχηματίσθηκαν τα δύο βασικά ορχηστικά σχήματα, η κομπανία στην στεριανή Ελλάδα (κλαρίνο, βιολί, λαγούτο, σαντούρι) και η ζυγιά οτα νησιά (βιολί-λαούτο ή βιολί-λύρα) το μπουζούκι έμεινε εκτός. Από εδώ και πέρα όμως ξεκίνησε μια νέα ακμή. Στο 2ο μισό του 19ου αιώνα ανιχνεύονται οι ρίζες του ρεμπέτικου τραγουδιού, το οποίο άρχισε να αποδίδεται με τη συνοδεία μπουζουκιού, αλλά όχι αποκλειστικά, όπως έγινε αργότερα. Τον πρώτο ρόλο αναλαμβάνει το μπουζούκι στη δεκαετία του 1920, εποχή που υπάρχουν πολλοί μπουζουξήδες. Στα 1935 σχηματίσθηκε η πρώτη ρεμπέτικη κομπανία με τρία μπουζούκια κι ένα μπαγλαμά, μια μικρογραφία δηλ. του μπουζουκιού. Στην κομπανία συμμετείχαν ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Στράτος Παγιουμτζής και ο Ανέσιος Δελιάς που έπαιζαν μπουζούκια και ο Γιώργος Μπάτης που έπαιζε μπαγλαμά. Το ρεμπέτικο, αυτό το μουσικό είδος ταυτίσθηκε με το μπουζούκι και το όργανο αυτό τελειοποιήθηκε και αξιοποιήθηκε στα χέρια μεγάλων εκτελεστών ανάμεσα στους οποίους ήταν οι Βαμβακάρης, Τσιτσάνης, Παπαϊωάννου, Χιώτης, Μητσάκης και πολλοί άλλοι. Η μεγάλη αλλαγή στην τεχνική του μπουζουκιού έγινε από τον Μανώλη Χιώτη, που μετέτρεψε το μπουζούκι σε τετράχορδο στη δεκαετία του ’50. Στις μέρες μας πλεόν, συνηθίζεται να παίζεται σε τρίχορδο μπουζούκι το ρεμπέτικο τραγούδι ενώ σε τετράχορδο, το ελαφρύ λαϊκό όπως ονομάστηκε.”
“Το Μπουζούκι είναι λαουτοειδές έγχορδο λαϊκό μουσικό όργανο, με αχλαδόσχημο ηχείο (σκάφος) από επιμήκεις ξύλινες λουρίδες και μακρύ βραχίονα με κλειδιά στην άκρη για το χόρδισμα (κούρδισμα). Κατά μήκος του βραχίονα υπάρχουν λεπτά μεταλικά ελάσματα, κάθετα προς την κατεύθυνση του βραχίονα, που σφηνώνονται σε μία λεπτή σχισμή και λέγονται τάστα. Τα διαστήματα ανάμεσα στα τάστα, οριοθετούν την απόσταση του ημιτονίου.
Τεχνικά χαρακτηριστικά Το Μπουζούκι, είναι χορδόφωνο, νυκτό όργανο.
Αποτελείται από ημισφαιρικο αχλαδόσχημο ηχείο και μανίκι διπλάσιου μήκους, και συνολικά έχει μήκος από 70 εκ. έως 1 μέτρο. Το μανίκι φέρει σταθερά τάστα με βήμα ημιτονίου, και κλειδιά τύπου Τ.
Αρχικά το μπουζούκι έφερε τρία ζεύγη μεταλικών χορδών κουρδισμένες σε τόνους ΡΕ-ΛΑ-ΡΕ, ενώ αργότερα απέκτησε τέταρτο ζεύγος και κούρδισμα ΝΤΟ-ΦΑ-ΛΑ-ΡΕ [πάλι ανά ζεύγος]. Παλιότερα, στην ανατολία, τα κουρδίσματα άλλαζαν ανάλογα με τον μουσικο δρόμο [μακαμ] της εκτελούμενης μελωδίας. Οι τρόποι αυτοι διατηρήθηκαν έως τον μεσοπόλεμο και χάθηκαν σταδιακά, οριστικά δε με την μετατροπή σε 8χορδο. [Χαρακτηριστική αναφορά σε νοσταλγικο τραγούδι του Μ. Βαμβακάρη: "Να άκουγες το αραπιέν και το καραντουζένι"]
Παίζεται με πένα που αρχικά ήταν ξύλινη [από κερασιά] και πλέον συνθετική.
Διαθέτει τρεις ή τέσσερεις διπλές, και σε ορισμένες περιπτώσεις μονές, χορδές τις οποίες χτυπά ο μουσικός με με ένα μικρό πλήκτρο την πένα. Αρχικά το μπουζούκι έφερε τρία ζεύγη μεταλικών χορδών κουρδισμένες σε τόνους ΡΕ-ΛΑ-ΡΕ, ενώ αργότερα απέκτησε τέταρτο ζεύγος και κούρδισμα ΝΤΟ-ΦΑ-ΛΑ-ΡΕ (πάλι ανά ζεύγος). Υπάρχουν βέβαια και κάποια άλλα κουρδίσματα για τετράφωνα μπουζούκια Irish 1: gG - dD - AA - DD Irish 2: gG - dD - AA - EE Irish 3: aA - dD - AA - EE . Παλιότερα, στην ανατολία, τα κουρδίσματα άλλαζαν ανάλογα με τον μουσικο δρόμο (μακάμ) της εκτελούμενης μελωδίας. Οι τρόποι αυτοι διατηρήθηκαν μέχρι τον μεσοπόλεμο και χάθηκαν σταδιακά, οριστικά δε με την μετατροπή του μπουζουκιού σε 8χορδο.
Καταγωγή
Ορισμένοι μελετητές θεωρούν ότι προέρχεται από την τουρκική μουσική παράδοση. Οι περισσότεροι όμως δέχονται την τουρκική προέλευση μόνο της ονομασίας, ενώ θεωρούν το όργανο ένα είδος μετεξέλιξης της αρχαιοελληνικής πανδούρας.
Σύμφωνα με αυτή την άποψη, το μπουζούκι που κατέχει πρωταγωνιστικό ρόλο στη λαϊκή ορχήστρα, έχει σχήμα, διαστάσεις και διάταξη χορδών, ίδια περίπου εδώ και χιλιάδες χρόνια. Πέρασε από τους αρχαίους Έλληνες στους Βυζαντινούς, επέζησε στην Τουρκοκρατία και η άνθησή του στις μέρες μας πέρασε πρώτα από μια περίοδο αμφισβήτησης στις αρχές του αιώνα. Οι παραλλαγές αυτού του αρχαίου οργάνου ήταν αρκετές μέσα στα χρόνια της ζωής του και είχε τα ονόματα πανδούρα ή πανδουρίδα, τρίχορδον, ταμπουράς, θαμπούρα, ταμπούριν, ψαλτήριον, μπουζούκι καί πολλά άλλα ακόμη με τα οποία ονομάζονταν και άλλα μικρότερα ή μεγαλύτερα όργανα της ίδιας οικογένειας, των ταμπουράδων. Στην πραγματικότητα ήταν απλώς μικροτροποποιήσεις και παραλλαγές του ίδιου βασικού οργάνου, του ταμπουρά. ο μουσικολόγος και κριτικός Φοίβος Άνωγειανάκης περιγράφει την πορεία του ταμπουρά και την ιστορία του ονόματός του ως τις μέρες μας. Για τη βυζαντινή εποχή oι πηγές είναι πολλές, καθώς η πανδούρα και το κανονάκι, ήταν από τα βασικώτερα όργανα για τη διδασκαλία της βυζαντινής εκκλησιαστικής μουσική όπως τονίζει ο αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος στο βιβλίο του για την βυζαντινή μουσική.
Τετράς η ξακουστή του ΠειραιώςΣύγχρονη ιστορία
Από το τέλος του περασμένου αιώνα το μπουζούκι άρχισε νά εξαφανίζεται σταδιακά από την ελληνική δημοτική μουσική και όταν σχηματίσθηκαν τα δύο βασικά ορχηστικά σχήματα, η κομπανία στην στεριανή Ελλάδα (κλαρίνο, βιολί, λαγούτο, σαντούρι) και η ζυγιά οτα νησιά (βιολί-λαούτο ή βιολί-λύρα) το μπουζούκι έμεινε εκτός. Από εδώ και πέρα όμως ξεκίνησε μια νέα ακμή. Στο 2ο μισό του 19ου αιώνα ανιχνεύονται οι ρίζες του ρεμπέτικου τραγουδιού, το οποίο άρχισε να αποδίδεται με τη συνοδεία μπουζουκιού, αλλά όχι αποκλειστικά, όπως έγινε αργότερα. Τον πρώτο ρόλο αναλαμβάνει το μπουζούκι στη δεκαετία του 1920, εποχή που υπάρχουν πολλοί μπουζουξήδες. Στα 1935 σχηματίσθηκε η πρώτη ρεμπέτικη κομπανία με τρία μπουζούκια κι ένα μπαγλαμά, μια μικρογραφία δηλ. του μπουζουκιού. Στην κομπανία συμμετείχαν ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Στράτος Παγιουμτζής και ο Ανέσιος Δελιάς που έπαιζαν μπουζούκια και ο Γιώργος Μπάτης που έπαιζε μπαγλαμά. Το ρεμπέτικο, αυτό το μουσικό είδος ταυτίσθηκε με το μπουζούκι και το όργανο αυτό τελειοποιήθηκε και αξιοποιήθηκε στα χέρια μεγάλων εκτελεστών ανάμεσα στους οποίους ήταν οι Βαμβακάρης, Τσιτσάνης, Παπαϊωάννου, Χιώτης, Μητσάκης και πολλοί άλλοι. Η μεγάλη αλλαγή στην τεχνική του μπουζουκιού έγινε από τον Μανώλη Χιώτη, που μετέτρεψε το μπουζούκι σε τετράχορδο στη δεκαετία του ’50. Στις μέρες μας πλεόν, συνηθίζεται να παίζεται σε τρίχορδο μπουζούκι το ρεμπέτικο τραγούδι ενώ σε τετράχορδο, το ελαφρύ λαϊκό όπως ονομάστηκε.”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.